θρησκεία

θρησκεία
Έννοια η οποία αναφέρεται σε μια σειρά αφενός νοητικών στοιχείων (δοξασιών), που σχετίζονται με την πίστη στο θείο και προϋποθέτουν αυθόρμητη αποδοχή, δηλαδή δεν είναι θεωρητικής ή επιστημονικής τάξης, αφετέρου σε μια σειρά θεσμών και πρακτικών εφαρμογών (πράξεων), τα οποία καθορίζονται από το θεωρητικό σύνολο της θ., με τις οποίες εκφράζεται αυτή η πίστη. Στις δοξασίες περιλαμβάνονται μύθοι, αρχές, σύμβολα, ιδεολογίες κλπ., που συγκλίνουν και λαμβάνουν τη συγκεκριμένη μορφή υπερανθρώπινων ή, γενικότερα, εξωανθρώπινων όντων. Τα στοιχεία καθαυτά δεν έχουν θρησκευτική αξία, αλλά μόνο εφόσον πιστεύονται ως αλήθειες απόλυτης τάξης· συνέπεια αυτού είναι ότι ένα θρησκευτικό γεγονός δεν μπορεί να κριθεί με βάση, για παράδειγμα, την ηθικότητά του, όπως ένας μύθος δεν κρίνεται για την αισθητική του αξία. Κάθε κρίση του είδους αυτού θα συνεπάγεται σύγκριση με ιστορικά διαμορφωμένες ιδέες, ενώ η θρησκευτική πραγματικότητα βρίσκεται, γι’ αυτόν που την πιστεύει, έξω από το ιστορικό πλαίσιο. Ως προς την πίστη, πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στη σιωπηρή προσχώρηση στο νοητικό σύνολο μιας θ. και στη ρητή προσχώρηση (πράξη πίστης), που γεννιέται από τη δυνατότητα να πιστεύει ή να μην πιστεύει κανείς σε μια θ. ή σε ορισμένα στοιχεία της. Στην πρώτη περίπτωση, που αφορά τις εθνικές ή φυλετικές θ., δεν είναι αναγκαία η γνώση του νοητικού συνόλου, η οποία αφορά συχνά τους ιερείς ή άλλα σχετικά πρόσωπα· αυτό που ενδιαφέρει είναι η συμπεριφορά, την οποία προϋποθέτει το σύνολο αυτό. Στις θ. αυτές δεν δημιουργείται ζήτημα σύγκρισης με άλλες, γιατί βασίζονται στο αξίωμα ότι κάθε λαός έχει τη θ. του, όπως έχει τη γλώσσα του, τα έθιμά του κλπ. Αντίθετα, η πίστη γεννιέται από τη σύγκριση, είτε σε σχέση με τις στοιχειώδεις βάσεις, που δεν προχωρούν πέρα από την αποτελεσματικότητα μιας ορισμένης τελετουργίας ή την εξουσία ενός θεού ή ενός παραπλήσιου όντος, είτε –και εδώ το φαινόμενο εκδηλώνεται σε όλη του την πληρότητα– σε σχέση με μια οντολογική βάση, η οποία θέτει το πρόβλημα της πραγματικότητας μιας ολόκληρης θ. Προκύπτει έτσι η διδασκαλία, η οποία πείθει πληροφορώντας και δεν περιορίζεται στο να αποκαλύπτει απλώς, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στις πρωτόγονες κοινωνίες, στις οποίες οι νέοι μαθαίνουν τις φυλετικές παραδόσεις κατά τη διάρκεια της μύησης. Οι θ. που είναι θεμελιωμένες ή προήλθαν από τη δράση προφητών, αποστόλων, διδασκάλων κλπ. στηρίζονται στην πίστη, δηλαδή στην εκλεκτική συμμετοχή. Στις θ. αυτές το νοητικό στοιχείο αποκτά νέα σπουδαιότητα και, τουλάχιστον θεωρητικά, πρωταρχική σημασία σε σύγκριση με την πράξη. Η αποκλειστική γνώση είναι δόγμα πίστης: o μύθος εξαφανίζεται και στη θέση του υπάρχει ενδεχομένως μια ιερή ιστορία με άκαμπτη μορφή, η οποία συνδέεται με τη σταθερότητα των αρχών που έχουν διατυπωθεί. Κάθε παρέκκλιση, έστω και η ελάχιστη, από τις αρχές αυτές οδηγεί αναπόφευκτα στη δημιουργία αυτόνομων αιρέσεων. Μεταξύ των εξωανθρώπινων όντων, τη μορφή των οποίων παίρνουν οι θρησκευτικές γνώσεις και οι ιδέες, πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στα αμιγώς μυθολογικά όντα (δηλαδή αυτά που έδρασαν στη μυθολογική εποχή και τώρα πια δεν δρουν) και στα όντα στα οποία αποδίδεται μια λατρεία (δηλαδή αυτά που δρουν στο παρόν και γι’ αυτό απαιτούν μια λατρευτική δραστηριότητα). Τα μυθολογικά όντα έχουν σημασία μόνο για τη μυθολογική δράση τους και όποτε μνημονεύονται σε τελετουργικές πράξεις, αυτό γίνεται όχι για να τα τιμήσουν, αλλά μόνο για να επιβεβαιωθούν και πάλι οι συνέπειες της δράσης τους αυτής (μύθος). Επανέρχεται δηλαδή στην επικαιρότητα, για συμπτωματικούς λόγους, ο ιερός χρόνος της γένεσης του μύθου, ανανεώνοντας με αυτό τον τρόπο τον άνθρωπο, την κοινωνία, τον κόσμο ολόκληρο, ο οποίος μπορεί να έχει περιέλθει σε κρίσιμη κατάσταση από το ιστορικό γίγνεσθαι. Συντελείται μια εκ νέου κατάδυση στο ιερό, που αναζωογονεί, τονώνει και ενισχύει. Τα μυθολογικά όντα που εμφανίζονται συχνότερα στις διάφορες θ. είναι τα εξής: o δημιουργός, που έπλασε τον κόσμο και ύστερα αποσύρθηκε (συχνά στον ουρανό), χωρίς να επεμβαίνει πια στη δημιουργία του· ο trickster, όπως χαρακτηρίζεται με τον αγγλικό αυτό όρο ένα τυπικό ov με χαοτικές κωμικές ιδιότητες, το οποίο πρωταγωνιστεί σε παράξενες περιπέτειες, με τις οποίες προσπαθεί συχνά να κοροϊδέψει, αλλά κοροϊδεύεται το ίδιο (μερικές φορές προσπαθεί να κοροϊδέψει τον δημιουργό, του οποίου συχνά παρουσιάζεται ως ανταγωνιστής)· ο πρώτος άνθρωπος, οι ενέργειες του οποίου καθορίζουν τις συνθήκες ύπαρξης της μελλοντικής ανθρωπότητας· o εκπολιτιστής ήρωας, στον οποίο αποδίδονται εφευρέσεις, ανακαλύψεις και θεσμοί· ο dema, όπως ονομάζεται με τη μελανησιακή αυτή λέξη ένας ιδιαίτερος τύπος εκπολιτιστή ήρωα, ο οποίος, αφού παρέδωσε τους φυλετικούς θεσμούς, θανατώθηκε και συχνά τεμαχίστηκε και από το θαμμένο σώμα του γεννήθηκε στη συνέχεια ένα φυτό διατροφής με βασική σπουδαιότητα στην οικονομία· ο τοτεμικός πρόγονος, που βρίσκεται στο κέντρο ενός κοινωνικοθρησκευτικού συστήματος, του τοτεμισμού. Τα όντα που λατρεύονταν, επειδή θεωρούνταν ισχυρές δυνάμεις, ήταν το ονομαζόμενο υπέρτατο ον, γύρω από τη μορφή του οποίου έχει οργανωθεί, σε ορισμένες πρωτόγονες θ., όλη η εξωανθρώπινη ζωή· o κύριος των ζώων, που είναι ένα τυπικό ανώτατο ον του θηρευτικού πολιτισμού, η εξουσία του οποίου προέρχεται από το γεγονός ότι είναι o άρχοντας των θηραμάτων, τα οποία είναι αναγκαία για την ύπαρξη του πολιτισμού αυτού· η Γη Μήτηρ, μια μεγάλη θηλυκή δύναμη, που εμφανίζεται στους γεωργικούς πολιτισμούς ως εγγυήτρια της γονιμότητας των αγρών· τα πνεύματα, που συνδέονται με έναν ορισμένο τόπο (ανιμισμός) και μπορεί να είναι προστατευτικά, κακοποιά ή πνεύματα των αγρών (δαίμονας), ψυχές των νεκρών κλπ· οι πρόγονοι (προγονολατρία), γύρω από τους οποίους συγκεντρώνεται η λατρεία πολλών πρωτόγονων λαών· τα φετίχ, που θεωρούνται ότι έχουν υπερανθρώπινη εξουσία για εξειδικευμένες ενέργειες και λατρεύονται για μια προστασία γενικής μορφής, που τους ζητείται· οι θεότητες των πολυθεϊστικών θ. (πολυθεϊσμός), των oποίων οι μορφές συντελούν στη δημιουργία διαφόρων τομέων της θρησκευτικά ερμηνευμένης πραγματικότητας, και, τέλος, ο μοναδικός και υπερβατικός θεός των μονοθεϊστικών θρησκειών (μονοθεϊσμός). Η θρησκευτική πράξη συνοψίζεται στην τελετουργία, η οποία συνεπάγεται την εμφάνιση θεσμών, εξειδικευμένου προσωπικού (ιερατείου), λατρευτικών οίκων, λειτουργικών οργάνων, θρησκευτικής τέχνης κλπ. Γενικά, όμως, όλη η συμπεριφορά του θρησκευόμενου ανθρώπου, ακόμα και στην καθημερινή, κοσμική του ζωή, καθορίζεται από τη θ. Παράδειγμα τέτοιου είδους συμπεριφοράς είναι η προσαρμογή σε ηθικές αρχές, τις οποίες θεσπίζει και υπαγορεύει μια θ., ή στην πιο στοιχειώδη μορφή ιερές απαγορεύσεις, ταμπού, που δεν έχουν καν ηθική βάση. Πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη και οι ιεροί συμβολισμοί, που συχνά αφορούν ενέργειες και πράγματα της καθημερινής ζωής. Έτσι, για παράδειγμα, σε ορισμένους λαούς αποδίδεται συμβολική αξία στο άναμμα της φωτιάς, η οποία ξεπερνά την πρακτική σημασία της πράξης αυτής καθαυτής. Όσον αφορά τους σκοπούς που επιδιώκει μια θ., μπορούν να περιληφθούν μεταξύ δύο γενικών ορίων: αφενός της εγγύησης να ζήσει κανείς σε μια απόλυτη ή εξωιστορική τάξη, αφετέρου της ατομικής σωτηρίας. Το πρώτο όριο είναι χαρακτηριστικό των εθνικών θ. και το άλλο των θεμελιωμένων θ. και των μυστικιστικών κινημάτων (μυστικισμός). Εκτός όμως από τη διαφορά στους θρησκευτικούς σκοπούς, μπορεί να διαπιστωθεί σε κάθε θ. μια θεμελιώδης διαλεκτική μεταξύ των πόλων του ανθρώπινου και του εξωανθρώπινου: η θ. κινείται μεταξύ των πόλων αυτών, προσπαθώντας να δώσει μια μορφή στο εξωανθρώπινο, για να μπορέσει ύστερα να επέμβει πάνω σε αυτό. Σήμερα οι διάφορες θ. αποτελούν αντικείμενο ενός επιστημονικού ιστορικού κλάδου, της ιστορίας των θ. Η ανάγκη για την ύπαρξη ενός τέτοιου επιστημονικού κλάδου άρχισε να γίνεται αισθητή από τον 19ο αι., όταν εθνολόγοι και φιλόσοφοι διαπίστωσαν την ύπαρξη ανάλογων θρησκευτικών φαινομένων σε διάφορους πολιτισμούς και μπόρεσαν έτσι να προβούν σε μια συγκριτική μελέτη τους. Η μέθοδος του επιστημονικού αυτού κλάδου ξεκίνησε από μια θετικιστική εξελικτική θέση, που ήταν κυρίαρχη την εποχή εκείνη, για να περάσει σε θέσεις όλο και πιο ιστορικές, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν κυρίως από την ιταλική σχολή που διαμορφώθηκε από τον Ραφαέλε Πετατσόνι. (Νομ.) Το ελληνικό Σύνταγμα καθιερώνει την εξάρτηση και την προστασία της Εκκλησίας από το κράτος. Στο άρθρο 3, παράγραφος 1 του Συντάγματος (1975/2000) ορίζεται ότι: «Eπικρατoύσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι η θρησκεία της Aνατoλικής Oρθόδoξης Eκκλησίας τoυ Xριστoύ. H Oρθόδoξη Eκκλησία της Eλλάδας, πoυ γνωρίζει κεφαλή της τoν Kύριo ημών Iησoύ Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δoγματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινoύπoλης και με κάθε άλλη oμόδoξη Eκκλησία τoυ Xριστoύ· τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τoυς ιερoύς απoστoλικoύς και συνoδικoύς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Eίναι αυτoκέφαλη, διoικείται από την Iερά Σύνoδo των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνoδo πoυ πρoέρχεται από αυτή και συγκρoτείται όπως oρίζει o Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων τoυ Πατριαρχικoύ Tόμoυ της κθ’ (29) Ioυνίoυ 1850 και της Συνoδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίoυ 1928». Με τη διάταξη αυτή εκδηλώνεται η αναγνώριση μιας ορισμένης θ., ορισμένου δόγματος «Ανατολική Ορθόδοξη Χριστιανική», η οποία κατά συνέπεια προστατεύεται κατά διάφορους τρόπους για την άσκηση και τη διάδοσή της. Παράλληλα όμως το ίδιο Σύνταγμα, στο άρθρο 13, προστατεύει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και ορίζει πρόσθετα, ότι: «η απόλαυση των ατoμικών και πoλιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός». Μετά την ψήφιση νόμου στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον οποίο οι Έλληνες πολίτες έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατά την κρίση τους, μεταξύ πολιτικού και θρησκευτικού γάμου, δημιουργήθηκε νέο καθεστώς σε ό,τι αφορά τις σχέσεις κράτους και πολιτών, οι οποίοι θα προτιμούσαν τον πολιτικό γάμο. Ως προς τις άλλες θ., προβλέπεται (άρθρο 13, παράγραφος 2) η ελευθερία της λατρείας τους υπό την προστασία των νόμων, όταν πρόκειται για γνωστή θ., αν με την άσκηση αυτής της λατρείας δεν προσβάλλονται η δημόσια τάξη και τα χρηστά ήθη. Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, οι λειτουργοί όλων των γνωστών θ. υποβάλλονται στην ίδια εποπτεία της πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις προς αυτή όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θ. Οι τελευταίοι όμως, σύμφωνα με το νομικό καθεστώς που ισχύει, βρίσκονται σε άλλη σχέση με το κράτος, από το οποίο μισθοδοτούνται και ελέγχονται, ενώ υπάγονται άμεσα και κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στους νόμους του κράτους. H ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και των θρησκευτικών πεποιθήσεων έχει όρια τις ατομικές υποχρεώσεις προς το κράτος και ειδικότερα τη συμμόρφωση προς τους νόμους, η άρνηση των οποίων δεν επιτρέπεται για λόγους θρησκευτικών πεποιθήσεων (π.χ. η άρνηση στράτευσης, όρκου κλπ.). Πολλές συζητήσεις έχουν γίνει σχετικά με το ζήτημα διαχωρισμού Εκκλησίας και κράτους, που ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, στις ΗΠΑ κ.α., το οποίο υποστηρίζεται από πολλούς νομικούς, ως σύμφωνο και προς τις συνταγματικές επιταγές της ανεξιθρησκίας (ελευθερία θρησκευτικής συνειδήσεως και θρησκευτικών πεποιθήσεων). Συγκεκριμένα, επικρίνεται η αναγνώριση επίσημης θ. (επικρατούσας) και η ιδιαίτερη προστασία της από το κράτος, με την παράλληλη εξάρτηση της Εκκλησίας και των λειτουργών της, και υποστηρίζεται η ισότητα και o σεβασμός όλων των θρησκευτικών και φιλοσοφικών πεποιθήσεων του ατόμου. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η απαλοιφή της αναγραφής του θρησκεύματος από τις ταυτότητες στην Ελλάδα, σύμφωνα και με την απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έκρινε ως νόμιμη και συνταγματική αυτή την απαλοιφή (απόφαση 2285/2001). Ένα επεισόδιο από τους θρησκευτικούς πολέμους στις Κάτω Χώρες, όπου είχε ξεσπάσει η επανάσταση των «κουρελήδων» κατά της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας και της απολυταρχικής πολιτικής. Εικονίζεται η πυρκαγιά της Αμβέρσας (1576), σε ξυλογραφία της εποχής (Συλλογή Μπερταρέλι, Μιλάνο). Λιτανεία εικόνας σε δρόμο της Μόσχας (φωτ. ΑΠΕ). Εκχριστιανισμένοι Ινδιάνοι και Τσιτσικαστένγκα (Γουατεμάλα), συγκεντρωμένοι για τη γιορτή του Αποστόλου Θωμά. Το εσωτερικό στο τζάμι του Ισλαμικού Ινστιτούτου του Πεκίνου, ενός κινεζικού μουσουλμανικού ιδρύματος. Προσευχή καθολικών στη Λατινική Αμερική (φωτ. ΑΠΕ). Στην αρχαία Αίγυπτο, η σχέση μεταξύ ανθρώπινου και εξωανθρώπινου, στην οποία τείνει κάθε θρησκεία, προσωποποιείται στον βασιλιά. Στη φωτογραφία, ο φαραώ Μυκερίνος μεταξύ δύο θεών. Ακόμα και μία σωτηριολογική θρησκεία, που θεωρητικά έχει μόνο σκοπό την ατομική σωτηρία, στην πράξη συντελεί στη δημιουργία μιας ηθικοθρησκευτικής κοινωνίας. Στην Ταϊλάνδη, όταν κάποιος γίνεται βουδιστής μοναχός, επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο την ατομική του σωτηρία, η κοινότητα χαίρεται και δείχνει να τονώνεται από αυτό. Στη φωτογραφία, η πομπή που συνοδεύει τον νεοφώτιστο. Δαιμονική μορφή του μογγολικού λαμαϊσμού, ξένη ουσιαστικά προς τον αρχικό βουδισμό που επικρατεί στη Μογγολία.
* * *
η (ΑΜ θρησκεία Α και ιων. τύπος θρησκηΐη και θρησκείη)
1. η πίστη στην ύπαρξη τού θεού και η λατρεία προς αυτόν, η θρησκευτική πεποίθηση
2. το σύνολο τών δοξασιών που αναφέρονται στην ύπαρξη θεού ή θεών
3. το σύνολο τών εξωτερικών τύπων με τους οποίους εκδηλώνεται η πίστη και η λατρεία προς τον θεό
νεοελλ.
ο απόλυτος σεβασμός με τον οποίο περιβάλλει κάποιος ένα ιδεώδες ή έναν θεσμό («θρησκεία τού καθήκοντος»)
αρχ.
1. η εκτέλεση θρησκευτικών τύπων χωρίς πίστη
2. στον πληθ. αἱ θρησκεῑαι
οι θρησκευτικές τελετές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θρησκεύω. Η λ. θρησκεία χρησιμοποιήθηκε γενικότερα για να δηλώσει την πίστη τού ανθρώπου σε υπερφυσικές δυνάμεις, την προσπάθεια του να τις εξευμενίσει καθώς και ορισμένες τελετουργικές πράξεις που γίνονται γι' αυτόν τον σκοπό. Η θρησκεία ως σύνολο δοξασιών που αναφέρονται στην ύπαρξη θεού ή θεών είναι συνυφασμένη με τα πρώτα στάδια τής ιστορίας τού ανθρώπου και, ως εκ τούτου, δεν είναι απαλλαγμένη από προλήψεις και δεισιδαιμονίες. Στην Αρχαία Ελληνική η λ. θρησκεία απαντά από τον Ηρόδοτο και μετά με τη σημ. «θρησκευτική λατρεία» και στον πληθ. με σημ. «θρησκευτικές τελετουργίες», ενώ με σημασιολογική βάση την έννοια τής πίστεως και τής δοξασίας δεν υπήρχε αρχαία ελλ. λ. που να αποδίδει με ακρίβεια τη λ. θρησκεία. Αντ' αυτής απαντούν οι λέξεις θεογονία, ευσέβεια, τα θεία. Με τη σημ. αυτή αρχίζει να χρησιμοποιείται η λ. θρησκεία στην Παλαιά Διαθήκη στη μετάφραση τών Εβδομήκοντα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • θρησκεία — θρησκείᾱ , θρησκεία religious worship fem nom/voc/acc dual θρησκείᾱ , θρησκεία religious worship fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θρησκείᾳ — θρησκείᾱͅ , θρησκεία religious worship fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θρησκεία — η 1. το σύνολο των δοξασιών που σχετίζεται με την πίστη του ανθρώπου σ’ έναν ή πολλούς θεούς: Ασπάστηκε τη χριστιανική θρησκεία. – Απαρνήθηκε τη θρησκεία των πατέρων του. – Μονοθεϊστική θρησκεία. 2. ό,τι θεωρεί κάποιος ιερό: Γι’ αυτόν το καθήκον… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

  • χριστιανισμός — Θρησκεία που ιδρύθηκε από τον Ιησού Χριστό, της οποίας οι δογματικές και ηθικές αρχές θεμελιώνονται στο πρόσωπο και στη διδασκαλία του ιδρυτή της –όπως αυτή παραδίδεται στα βιβλία της Καινής Διαθήκης– καθώς και στην ιερή παράδοση της Εκκλησίας. Ο …   Dictionary of Greek

  • θρησκείας — θρησκείᾱς , θρησκεία religious worship fem acc pl θρησκείᾱς , θρησκεία religious worship fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μανιχαϊσμός — Θρησκεία την οποία ίδρυσε και κήρυξε στην περσική αυτοκρατορία των Σασσανιδών ο Μάνης. Ο μ., ο οποίος υπέστη διωγμό στην Περσία, διαδόθηκε στην Άπω Ανατολή. Τον 7o αι. έφτασε στην Κίνα και τον 8o αι. έγινε επίσημη θρησκεία της τουρκικής… …   Dictionary of Greek

  • πολυθεϊσμός ή πολυθεΐα — Θρησκεία που βασίζεται στη λατρεία πολλών θεοτήτων. Ως θεότητες δεν νοούνται όλα τα υπερανθρώπινα ή εξωανθρώπινα όντα, που λατρεύουν οι διάφορες θρησκείες, αλλά μόνο μερικά απ’ αυτά, που διακρίνονται από ακριβή χαρακτηριστικά, τα oποία είναι: η… …   Dictionary of Greek

  • τζαϊνισμός — Θρησκεία της Ινδίας, που ο βραχμανισμός δεν τη θεωρεί ορθόδοξη, γιατί οι τζαϊνιστές δεν παραδέχονται τις Βέδες ως ιερά κείμενα. Ιδρυτής του θεωρείται ο Βαρντχαμάνα Μαχαβίρα (περίπου 539 467 π.Χ.), σύγχρονος του Βούδα, γιος βασιλιά όπως και… …   Dictionary of Greek

  • θρησκείαν — θρησκείᾱν , θρησκεία religious worship fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”